Έρευνα: Αποτελεσματικά τα ηλεκτρονικά τσιγάρα
- Published in Electronic Cigarette
- Be the first to comment!
Τα ηλεκτρονικά τσιγάρα έχουν τουλάχιστον παρόμοιο ποσοστό επιτυχίας με τα τσιρότα νικοτίνης στο να βοηθήσουν τους καπνιστές να κόψουν το τσιγάρο, ενώ είναι σαφώς πιο αποτελεσματικά στο να βοηθήσουν τους καπνιστές να το μειώσουν.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε νέα επιστημονική έρευνα, που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας στη Βαρκελώνη.
Είναι η δεύτερη ελεγχόμενη δοκιμή διεθνώς που αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των ηλεκτρονικών τσιγάρων και η πρώτη που προχώρησε σε απευθείας σύγκριση με τα τσιρότα νικοτίνης, τα οποία θεωρούνται δοκιμασμένη αντικαπνιστική μέθοδος. Όταν οι καπνιστές προσπαθούν να το κόψουν, είναι η εθιστική ουσία νικοτίνη που τους δημιουργεί συμπτώματα στέρησης. Τα ηλεκτρονικά τσιγάρα, που μοιάζουν εξωτερικά με τα κανονικά, παρέχουν μικρές δόσεις νικοτίνης, χωρίς όμως τις υπόλοιπες τοξικές καρκινογόνες ουσίες.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Κρις Μπούλεν του πανεπιστημίου του Όκλαντ και με χρηματοδότηση από την κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό "Lancet" και το πρακτορείο Ρόιτερ, σύμφωνα με το BBC, τα πρακτορεία Ρόιτερ και Γαλλικό και το "New Scientist", παρακολούθησαν επί έξι μήνες 657 καπνιστές, τους οποίους χώρισαν σε τρεις ομάδες: η πρώτη χρησιμοποίησε ηλεκτρονικά τσιγάρα που διατίθενται στο εμπόριο (το καθένα περιείχε περίπου 16 mg νικοτίνης), η δεύτερη τσιρότα νικοτίνης και η τρίτη εικονικά ηλεκτρονικά τσιγάρα (πλασέμπο).
Στο τέλος του εξαμήνου της έρευνας, περίπου ένας στους 20 καπνιστές (ποσοστό 5,7%) είχε καταφέρει να κόψει το τσιγάρο. Ανά ομάδα, το μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας υπήρχε στην πρώτη με τα ηλεκτρονικά τσιγάρα (7,3%), ακολούθησε η ομάδα με τα τσιρότα (5,8%), ενώ δεν ήταν αμελητέο το ποσοστό επιτυχίας στην ομάδα με τα πλασέμπο ηλεκτρονικά τσιγάρα (4,1%).
Μεταξύ όσων δεν έκοψαν το κάπνισμα, αλλά πάντως το μείωσαν, η ημερήσια κατανάλωση τσιγάρων μειώθηκε περισσότερο στην ομάδα του ηλεκτρονικού τσιγάρου (57%), ενώ μικρότερη ήταν η μείωση (41%) στην ομάδα των τσιρότων. Όσοι χρησιμοποιούσαν ηλεκτρονικά τσιγάρα, άργησαν περισσότερο να αρχίσουν πάλι το κάπνισμα (κατά μέσο όρο μετά από 35 μέρες) και κάπνιζαν πλέον λιγότερα τσιγάρα, σε σχέση με όσους έκαναν χρήση τσιρότων (14 μέρες) ή πλασέμπο ηλεκτρονικών τσιγάρων (12 μέρες).
Εξάλλου, μετά από το εξάμηνο, πολύ περισσότεροι καπνιστές (περίπου το ένα τρίτο) συνέχισαν να χρησιμοποιούν το ηλεκτρονικό τσιγάρο, έναντι μόλις 8% που συνέχιζαν την χρήση των τσιρότων νικοτίνης. Όταν ερωτήθηκαν αν θα συνιστούσαν το ηλεκτρονικό τσιγάρο σε άλλους, η μεγάλη πλειονότητα των καπνιστών (σχεδόν 90%) απάντησαν θετικά, έναντι ποσοστού 56% για τα τσιρότα.
Ο Μπούλεν επεσήμανε ότι η νέα μελέτη δείχνει πως «ενώ δεν υπάρχουν αξιοσημείωτες διαφορές ανάμεσα στα ηλεκτρονικά τσιγάρα και στα τσιρότα όσον αφορά την αποτελεσματικότητά τους για το κόψιμο του τσιγάρου μετά από έξι μήνες, τα πρώτα είναι πιο αποτελεσματικά στο να βοηθήσουν τους καπνιστές να το μειώσουν».
Πρόσθεσε επίσης πως είναι σημαντικό ότι οι ίδιοι οι καπνιστές εμφανίζονται πιο ευνοϊκά προδιατεθειμένοι απέναντι στα ηλεκτρονικά τσιγάρα παρά στα τσιρότα, γι' αυτό τα συστήνουν πιο εύκολα σε τρίτους. Ανέφερε πάντως ότι παραμένουν ακόμα αρκετά ερωτηματικά σχετικά με την αποτελεσματικότητα των ηλεκτρονικών τσιγάρων σε βάθος χρόνου, γι' αυτό, όπως είπε, πρέπει να γίνουν άλλες πιο μακρόχρονες μελέτες, με δεδομένο μάλιστα ότι αυτές οι συσκευές γίνονται όλο και πιο δημοφιλείς σε πολλές χώρες.
Τέλος, ενώ η κλινική ασφάλεια των τσιρότων νικοτίνης έχει ήδη επιβεβαιωθεί από προηγούμενες μελέτες, η νέα έρευνα έκανε πλέον το ίδιο και για τα ηλεκτρονικά τσιγάρα.
Ορισμένες χώρες απαγορεύουν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα (π.χ. Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία), αλλά στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ διατίθενται ελεύθερα ως καταναλωτικά προϊόντα. Όμως στις 8 Οκτωβρίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα συζητήσει τον νέο κανονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και θα κληθεί να εγκρίνει αν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα θα πρέπει εφεξής να διέπονται από τις αυστηρότερες ρυθμίσεις για τα ιατρικά προϊόντα (όπως συμβαίνει ήδη με τα τσιρότα νικοτίνης). Αν αυτό τελικά συμβεί, θα περιορίσει δραστικά την εμπορική διαθεσιμότητά τους μετά το 2016, εκτός και περάσουν μακρόχρονες κλινικές δοκιμές. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ